|
Ιστορία του Ναού
Η Εφοροεπιτροπή της Κοινότητας Μ. ΡΕΥΜΑΤΟΣ (με πρόεδρο τον κ. Γ. Ζαβράκη) .Ο πρόωρος θάνατος του διαδόχου του κ. Kων. Παγίδα (Άνω - β΄ από δεξιά) σημάδεψε αρνητικά το μέλλον της κοινότητας. Μετά την καταστροφή του μεγάλου εκείνου ναού οι Μεγαρευμιώτες, όσοι επέζησαν μετά την 29η Μαΐου 1453, δεν θα έμεναν χωρίς οίκο λατρείας. Άλλωστε υπήρχαν αρκετά παρεκκλήσια. Όταν ο Γύλλιος, πέρασε από το χωριό Μιχαήλιον, βρήκε μόνο ερείπια και τάφρους. Υπήρχε όμως ο νέος ναός ο οποίος κτίσθηκε ευθύς μόλις συμπληρώθηκε ένας αριθμός νέων συνοικιστών του χωριού οι οποίοι ενώθηκαν με τους παλαιούς Μεγαρευμιώτες που επέζησαν. Ο νέος ναός είναι εκείνος τον οποίο 126 χρόνια μετά από την Άλωση είχε επισκεφθεί ο ιερέας της εδώ Γερμανικής Πρεσβείας Στ. Γερλάχιος (Gerlasch). Στο Ημερολόγιο του γράφει “σήμερα είμαι στον Αγιον Αγγελον (δηλ. το Μιχαήλιον), χωρίον στον Βόσπορον, επάνω από τον βασιλικόν κήπον όπου υπάρχει μία μεγάλη δεξαμενή (σιτέρνα) νερού, και επάνω στον λόφον αμπέλια”.' Κατόπι προσθέτει ότι έξω από το χωριό υπάρχει μικρή εκκλησία στο όνομα του Αρχαγγέλου Μιχαήλ. Γιατί λέγει έξω από το χωριό ; Κατά πάσα πιθανότητα η παραλία ήταν τότε ακατοίκητη και τα σπίτια βρίσκονταν, καθώς φαίνεται από την αφήγηση του Γερλάχιου, προς τα μέρη όπου είναι ο κήπος του Χοσχόση, ο Γενή-Μαχαλές και η Αγία Κυριακή. Επομένως η θέση της παλαιάς εκκλησίας, όπου κτίσθηκε και η μικρή, που βρήκε ο Γερμανός ιερέας, φαίνονταν έξω από τα σπίτια. Μικρή δε η εκκλησία εκείνη γιατί λίγοι ήταν μετά τον νέο συνοικισμό οι κάτοικοι. Άλλωστε, οι Σουλτάνοι δεν επέτρεπαν τότε να κτίζονται ευρύχωρες εκκλησίες, και όσες κτίζονταν έπρεπε να στηρίζονται επάνω σε τοίχους ή σε ερείπια τοίχων βυζαντινών εκκλησιών. Ο Γερλάχιος περιγράφει τις εικόνες που είχε η εκκλησία εκείνη. Πολλάς εύρον λέγει “του Χριστού, της Θεοτόκου, του Ιωάννου του Βαπτιστή, του πατρός και της μητρός του Προδρόμου, του Αρχαγγέλου Μιχαήλ, των Αγίων Γεωργίου και Δημητρίου, του Αγίου Ονουφρίου που είχε μακρυά γένεια και έμοιαζε του Αγι Βασίλη, του Αγίου Χρυσοστόμου του Αγίου Αθανασίου πατριάρχου Αλεξανδρείας”. Την εκκλησία την οποία επισκέφθηκε ο Γερλάχιος, κατά πάσαν πιθανότητα ανέκτησε και ανακαίνισε ο Μανολάκης, ο Καστοριανός, (Μάνος), ο πανίσχυρος κατά τον δέκατο έβδομο αιώνα. Στο συνοδικό γράμμα που εκδόθηκε από τον πατριάρχη Καλλίνικο του Ακαρνάνος, και αφορά το έν Κωνσταντινουπόλει σχολείον (την Μεγάλη του Γένους Γένους Γένους Γένους Γένους Γένους Γένους Γένους Γένους σχολή), διαβάζουμε τα εξής λόγια για τον φιλόμουσο και ευσεβή αυτόν ομογενή: "και γαρ αυτός ο της σοφίας εραστής εν άρχουσι κύρ Μανουήλ, κατά τους μικρόν έμπροσθεν χρόνους θεόθεν, συν άλλοις μεν τοις αλλαχού παρ' αυτόν φιλεργηθείσι φροντιστηρίοις των γραμμάτων, εξετέλεσε και εις Κωνσταντινούπολιν την αξιέπαινον, ην προειρήκαμεν σχολήν".Μία πλάκα που ήταν, άλλοτε χωμένη μέσα στον τοίχο του περιβόλου της εκκλησίας-τώρα τοποθετημένη στον κήπο της εκκλησίας-έχει τα εξής γράμματα: Η παρούσα οικοδομή ανεκαινίσθη παρά του εντιμοτάτου και ενδοξοτάτου εν άρχουσιν υιού κυρού Μανουήλ εκ Καστοριάς Υπείρου ψυχικής αυτού σωτηρίας ΑΧΟΖ (1677) ΜΗΝΙ ΜΑΪΩ. Η πλάκα αυτή κατά το 1900 και ίσως ακόμη παλαιότερη ήταν, όπως αναφέρθηκε, χωμένη στην ανατολική πλευρά του τοίχου που περιβάλλει τον ναό. Ο μακαρίτης Μ. Γεδεών απατηθείς από την πλάκα αυτή, χωρίς να δει στους κώδικες της Κοινότητας ότι δύο φορές κάηκε ο ναός του Μεγάλου Ρεύματος, όταν έληγε ο l8 ος αιώνας (1797 και 1798), χωρίς να παρατηρήσει έξω από το ιερό βήμα την επιγραφή : Κτήτορας ο μέγας Θεόδωρος Βίκος από Κοστάντζικο από την επαρχία το Σισάκο κ.τ.λ. , χωρίς, να προσέξει σε όλα αυτά, έγραφε: ο ναός του Μεγ. Ρεύματος,ώς οικοδομή, οία φαίνεται σήμερον εστιν έργον του 17 αιώνος, ως δείκνυσιν επιγραφή σωζομένη κ.λ.π.
Στον ναό του Καστοριανού, ο οποίος στο μεταξύ είχε επισκευασθεί, έγιναν εκλογές και χειροτονίες πατριαρχών και αρχιερέων. Κατά τον μήνα Μάιο του 1767 σε πανήγυρη στην οποία συμμετείχε πολύς κόσμος, καθώς γράφει ο Σέργιος Σέργιος ό Μακραίος, στο ναό των Ασωμάτων στο Μ.Ρ. , “την ιεράν εκτελών πατριαρχικήν λειτουργίαν ο αγιώτατος Πάπας και Πατριάρχης (Αλεξανδρείας) Ματθαϊος χειροτονεί ιδίοις χειρί αρχιερέα και Πατριάρχην τον κυρ Κυπριανόν. Την 20 Ιουνίου του 1783 τον Κυπριανόν προς Κυριον εκδημήσαντος. . . προεβιβάσθει εις τον αγιώτατον θρόνον Αλεξανδρείας ο Μετρών επίσκοπος Γεράσιμος, γενομένης της μεταθέσεως εν τω Ναώ των Ασωμάτων, κειμένω κατά το Μ. Ρεύμα την 20η Ιουνίου του 1783 τον Κυπριανόν προς Κυριον εκδημήσαντος. . . προεβιβάσθει εις τον αγιώτατον θρόνον Αλεξανδρείας ο Μετρών επίσκοπος Γεράσιμος, γενομένης της μεταθέσεως εν τω Ναώ των Ασωμάτων, κειμένω κατά το Μ. Ρεύμα”. Από τα ανωτέρω εξάγεται ότι ο ναός του Καστοριανού ανακαινίσθηκε κατά το έτος 1796. Ένα έτος περίπου, μετά από την ανακαίνιση του 1796, η εκκλησία του Μ. Ρεύματος κάηκε καθώς και το παρεκκλήσιο της Αγίας Παρασκευής. Η Εκκλησία κτίσθηκε εκ νέου και δαπανήθηκαν για το σκοπό αυτό όπως αναφέρουν οι κώδικες 77249 γρόσια. Η ανοικοδόμηση έγινε πλήρης κατά τον Φεβρουάριο του 1798. Αλλά το ίδιο έτος, κατά την εορτή της Αγίας Τριάδος νέα πυρκαγιά αποτέφρωσε εντελώς τον μόλις ανοικοδομηθέντα ναό.Ο μετά την πρώτη πυρκαγιά ανοικοδομηθείς ναός κτίσθηκε μεγαλύτερος σε διαστάσεις από τον προηγούμενο. Ο μετά την δεύτερη πυρκαγιά κτισθείς ναός ήταν πράγματι λαμπρός, καθώς μας πληροφορεί ένα χρυσόβουλο του αυθέντου Αλεξάνδρου Νικολάου Σούτσου, ηγεμόνα της Μολδαβίας, που εκδόθηκε τον Δεκέμβριο του 1801. Από την ιδία πηγή πληροφορούμαστε ότι ο ναός του 1799 (o δεύτερος) είχε και παρεκκλήσιο τιμώμενο στο όνομα του Αγ. Κωνσταντίνου. Το παρεκκλήσιο αυτό δεν υπάρχει σήμερα. Λόγος γίνεται πάντως για τους δύο αρχιτέκτονες Ιωάννη και Κομνηνό και για την απόλυτη πληρεξουσιότητα που είχε δοθεί εκ μέρους των ευγενέστατων αρχόντων και των “εγχωρίων” του Μ. Ρεύματος στην επιτροπή της ανέγερσης. Κατά τα έτη 1845-46, με καψιμάλη τον Νικόλαο Σκόρδα , έλαβε χώρα μια αρκετά μεγάλη επισκευή. Η επισκευή έγινε με συνεισφορά ατόμων και εσναφιών. Από άτομα εισπράχθηκαν γρόσια 1184,20, από τα οποία τα 500 έδωσε ο Σόφιαλης Χαζάραγας. Μετά 50 περίπου έτη από την επισκευή αυτή χτίσθηκε ο πράγματι περικαλλής και μέγας ναός των Παμμ. Ταξιαρχών που είναι εφάμιλλος προς τους ωραιότερους ναούς της Πόλης, των ναών της Αγίας Τριάδος Πέρα, Αγίας Τριάδος Χαλκηδόνος και Παναγίας Ελπίδος Κοντοσκαλίου. Είναι ένα από τα κτίρια που τιμούν τους Μεγαρευμιώτες και προκαλούν τον ,θαυμασμό των ξένων. Όλοι οι κάτοικοι συνετέλεσαν, άλλοι με το χρήμα και άλλοι με την εργασία των χειρών τους, από ευλάβεια, στο να αποτελειωθεί ο ναός αυτός. Ο μακαρίτης Δημοσθένης Νικολαϊδης με ενθουσιασμό και ακούραστη δραστηριότητα εργάσθηκε για την οικοδομή του σημερινού ναού. `Ο ναΐσκος της Αγίας Παρασκευής υπενθυμίζει την μετά την πυρκαγιά του 1798 (Ιανουάριος 1799) κατάσταση. Το παρεκκλήσιο αυτό, δεν αφιερώθηκε στην Αγία Παρασκευή την από την Ρώμη καταγόμενη (26 Ιουλίου εορτάζεται), αλλά στην Νέα, την επονομαζόμενη “Επιβατιανή”. Της αγίας αυτής το λείψανο ως το 1642 φυλάσσετο στον πατριαρχικό ναό όπου μεταφέρθηκε εκεί από το Βελιγράδι. Κατόπιν όμως, δηλαδή το 1642 ο ηγεμών της Μολδαβίας Βασίλειος Βοεβόδας, ξοδέψας 300 πουγγειά, την έφερε από την Κωνσταντινούπολη ως στο Γιάσι με καπουτζήμπασι. Επειδή δε, οι ηγεμόνες της Μολδαβίας και Βλαχίας είχαν πολλούς δεσμούς με το Μέγα Ρεύμα, η εκεί Αγία Παρασκευή είναι όχι η παλαιά η μνημονευόμενη κατά τον μήνα Ιούλιο αλλά η Νέα από την περιοχή Ιπποβατών πλησίον της Σηλυβριάς. Γι' αυτό ορθά ο Μ. Γεδεών σημειώνει στο εορτολόγιο Κωνσταντινουπολίτου προσκυνητού, την 14 Οκτωβρίου - Παρασκευής της Νέας. Άγνωστη η ακριβής χρονολογία της μετάθεσης της πανήγυρης στην 26η Ιουλίου.Το παρεκκλήσιο κτίσθηκε κατά τον δέκατο όγδοο αιώνα και πολύ πιθανόν από την οικογένεια Ρακοβίτζα, η οποία πρώτη είχε απολύσει χρυσόβουλο για χρηματική βοήθεια του Ι. ναού των Π. Ταξιαρχών. Ο Γερλάχιος μας περιέγραψε μερικές εικόνες του ναού του 1565. Οι άλλες εικόνες των δύο ναών του 1797 και 1798 κάηκαν, περισώθηκαν μόνο μερικοί δίσκοι, κατσιά (θυμιατά κοντά), δισκοπότηρα, o μεγάλος κώδικας και μερικά παλαιά άμφια που όλα αυτά φυλάσσονταν στο υπόγειο (γκιαργκίρι) της εκκλησίας. Επίσης σώθηκε και η επί του τέμπλου της τοποθετημένη εικόνα της Μαυρομωλίτισσας που εγκαίρως μετακομίσθηκε. Στο μεγάλο κώδικα καταγράφονται τα άμφια και ιερά σκεύη κατά 1η Φεβρουαρίου 1708:
Στην σελίδα 15 του Μ. κώδικα καταχωρίζεται “είς το μεγάλο Ευαγγέλιο μερεμέτι και γιαλτίζι γρ. 18, επί Δημητρίου Σκαναβή ”. Από τα άμφια και τα ιερά σκεύη διασώθηκαν όσα δεν εφθάρησαν εντελώς και όσα φυλάχτηκαν στο υπόγειο “κεβγκίρη”. Ο μεγάλος αέρας, το μεγάλο Ευαγγέλιο, το μεγάλο δισκοπότηρο και άλλα σώζονταν ως τις μέρες που έγραψε στο βιβλίο του ο Μητρ. Ηλιουπόλεως Γεννάδιος , δηλαδή το 1948. Το 1955 όπως όλοι οι ναοί της Πόλης έτσι και ο ναός των Παμμ. Ταξιαρχών, της Αγίας Παρασκευής, του Προφήτη Ηλία, και τα αγιάσματα παρεκκλήσια της Αγίας Κυριακής, του Αγίου Νικολάου, της Αναλήψεως, του Αγίου Ιωάννου, η εκκλησία “του Αυθέντος”, η Αγία Βλαχέρνα, ο Αγιος Ονούφριος και άλλα δεν γλύτωσαν από το μένος του όχλου που τα λεηλάτησε και τα κατέστρεψε στο πέρασμα του.( 6-7 Σεπτεμβρίου 1955)ΤΟ ΛΕΗΛΑΤ ΗΜΕΝΟ ΠΕΡΑ
Ο Ελληνισμός της Πόλης με φιλότιμες προσπάθειες έκλεισε και αυτές τις πληγές .Αλλά και μετά από τον Μεγάλο ξεριζωμό του (1964-1985) από την γη των προγόνων του, σήμερα έχει ανακαινίσει τους περισσότερους ναούς , χάρι στις προσπάθειες που καταβάλλει ο Πατριάρχης του κ. Βαρθολομαίος, η Ιερά σύνοδος και οι ελάχιστοι εναπομείναντες αδελφοί μας. |
|
|